Από τη Διεύθυνση Γραμμάτων της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού ανακοινώνονται τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2012, που αφορούν στις εκδόσεις έτους 2011, στα οποία κατέληξε η Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας από τον «βραχύ κατάλογο» των υποψήφιων προς βράβευση έργων, μετά από επανειλημμένες συνεδρίες και μακρές συζητήσεις.
Παράλληλα, όπως επιτάσσει η νέα νομοθεσία που διέπει τον θεσμό των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας (ν. 3905/2010), δίνεται στη δημοσιότητα το σκεπτικό βράβευσης της αρμόδιας Επιτροπής για κάθε κατηγορία.
ΜΕΓΑΛΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Θανάση Βαλτινό για το σύνολο του έργου του.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ
Απονέμεται ομόφωνα στην Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ για το έργο της με τίτλο «Η ανορεξία της ύπαρξης», εκδόσεις Καστανιώτη.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ – ΧΡΟΝΙΚΟΥ – ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Αλέξανδρο Μασσαβέτα για το έργο του με τίτλο «Κωνσταντινούπολη : Η πόλη των απόντων», εκδόσεις Πατάκη.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Απονέμεται ομόφωνα εξ ημισείας στον Θωμά Ιωάννου για το έργο του με τίτλο «Ιπποκράτους 15», εκδόσεις Σαιξπηρικόν και στον Θωμά Τσαλαπάτη για το έργο του με τίτλο «Το ξημέρωμα είναι σφαγή κύριε Κρακ», εκδόσεις Εκάτη.
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Η Επιτροπή εισηγείται την απονομή τιμητικής διάκρισης για την συμβολή τους στη νεοελληνική λογοτεχνία στα περιοδικά «Οροπέδιο» και «Πλανόδιον».
ΕΙΔΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΕ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΟΑΓΕΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΤΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΠΑΝΩ ΣΕ ΕΥΑΙΣΘΗΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Δεν απονέμεται σύμφωνα με το σκεπτικό που διατυπώθηκε κατά την περσινή θητεία της Επιτροπής.
Β. Υποψήφιοι για το Βραβείο Διηγήματος – Νουβέλας :
Δ. Υποψήφιοι για το Βραβείο Δοκιμίου – Κριτικής :
Ε. Υποψήφιοι για το Βραβείο Μαρτυρίας – Bιογραφίας – Χρονικού – Ταξιδιωτικής Λογοτεχνίας :
ΣΤ. Υποψήφιοι για το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα :
Την Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας αποτελούν :
Σκεπτικό για το Βραβείο Διηγήματος
Δύο από τους πλέον νεοτερικούς και πειραματικούς στην γραφή τους εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής διηγηματογραφίας, τον Γιάννη Ευσταθιάδη και την Έρση Σωτηροπούλου, αποφάσισε να βραβεύσει ομόφωνα εξ ημισείας η κριτική Επιτροπή. Οι συλλογές τους, αν και διαφορετικές στην στόχευση, διακρίνονται για την υφολογική τους αρτιότητα, τον παιγνιώδη χαρακτήρα και τον πλάγιο τρόπο θέασης των πραγμάτων.
Σκεπτικό για το Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής
Η κριτική επιτροπή αποφάσισε κατά πλειοψηφία να βραβεύσει τον Αντώνη Λιάκο για το βιβλίο του: Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία. Οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης (εκδόσεις Πόλις).
Σκεπτικό για το Βραβείο Μυθιστορήματος
Προσθέστε το σχόλιό σας…. την άποψή σας …
Παράλληλα, όπως επιτάσσει η νέα νομοθεσία που διέπει τον θεσμό των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας (ν. 3905/2010), δίνεται στη δημοσιότητα το σκεπτικό βράβευσης της αρμόδιας Επιτροπής για κάθε κατηγορία.
ΜΕΓΑΛΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Θανάση Βαλτινό για το σύνολο του έργου του.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Γιώργο Συμπάρδη για το έργο του με τίτλο «Υπόσχεση γάμου», εκδόσεις Μεταίχμιο.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ - ΝΟΥΒΕΛΑΣ
Απονέμεται ομόφωνα εξ ημισείας στον Γιάννη Ευσταθιάδη για το έργο του με τίτλο «Άνθρωποι από λέξεις : Διηγήματα μεγάλου μήκους», εκδόσεις Μελάνι και στην Έρση Σωτηροπούλου για το έργο της με τίτλο «Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα», εκδόσεις Πατάκη.ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ
Απονέμεται ομόφωνα στην Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ για το έργο της με τίτλο «Η ανορεξία της ύπαρξης», εκδόσεις Καστανιώτη.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟΥ - ΚΡΙΤΙΚΗΣ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Αντώνη Λιάκο για το έργο του με τίτλο «Αποκάλυψη, ουτοπία και ιστορία : Οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης», εκδόσεις Πόλις. ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ – ΧΡΟΝΙΚΟΥ – ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Αλέξανδρο Μασσαβέτα για το έργο του με τίτλο «Κωνσταντινούπολη : Η πόλη των απόντων», εκδόσεις Πατάκη.
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Απονέμεται ομόφωνα εξ ημισείας στον Θωμά Ιωάννου για το έργο του με τίτλο «Ιπποκράτους 15», εκδόσεις Σαιξπηρικόν και στον Θωμά Τσαλαπάτη για το έργο του με τίτλο «Το ξημέρωμα είναι σφαγή κύριε Κρακ», εκδόσεις Εκάτη.
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Η Επιτροπή εισηγείται την απονομή τιμητικής διάκρισης για την συμβολή τους στη νεοελληνική λογοτεχνία στα περιοδικά «Οροπέδιο» και «Πλανόδιον».
Τέλος, η Επιτροπή προτείνει ομόφωνα ως υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Λογοτεχνικό Βραβείο, το μυθιστόρημα του Μιχάλη Μοδινού «Η σχεδία», εκδόσεις Καστανιώτη.
Δεν απονέμεται σύμφωνα με το σκεπτικό που διατυπώθηκε κατά την περσινή θητεία της Επιτροπής.
Ο βραχύς κατάλογος υποψήφιων προς βράβευση έργων (δημοσιευμένων το έτος 2011), από τον οποίο επελέγησαν οι ανωτέρω βραβευθέντες είναι ο ακόλουθος (αλφαβητικά ) :
Α. Υποψήφιοι για το Βραβείο Μυθιστορήματος :
- Χρήστος Αγγελάκος για το έργο του «Το δάσος των παιδιών - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Μεταίχμιο.
- Ισίδωρος Ζουργός για το έργο του «Ανεμώλια - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Πατάκη.
- Μιχάλης Μοδινός για το έργο του «Η σχεδία - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Καστανιώτη.
- Κώστας Μουρσελάς για το έργο του «Στην άκρη της νύχτας - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Πατάκη.
- Γιώργος Ξενάριος για το έργο του «Στην άκρη του κόσμου», εκδόσεις Κέδρος.
- Αλέξης Πανσέληνος για το έργο του «Σκοτεινές επιγραφές - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Μεταίχμιο.
- Γιώργος Συμπάρδης για το έργο του «Υπόσχεση γάμου - : Μυθιστόρημα», εκδόσεις Μεταίχμιο.
- Σωτήρης Δημητρίου για το έργο του «Η σιωπή του ξερόχορτου» εκδόσεις Πατάκη.
- Γιάννης Ευσταθιάδης για το έργο του «Άνθρωποι από λέξεις - : Διηγήματα μεγάλου μήκους», εκδόσεις Μελάνι.
- Κώστας Καβανόζης για το έργο του «Όλο το φως απ' τα φεγγάρια - : Διηγήματα», εκδόσεις Πατάκη.
- Μαρία Κουγιουμτζή για το έργο της «Γιατί κάνει τόσο κρύο στο δωμάτιό σου; - : Διηγήματα», εκδόσεις Καστανιώτη.
- Γιώργος Μητάς για το έργο του «Ιστορίες του Χαλ - : Διηγήματα», εκδόσεις Κίχλη.
- Κώστας Γ. Παπαγεωργίου για το έργο του «Νερό», εκδόσεις Κέδρος.
- Γιώργος Σκαμπαρδώνης για το έργο του «Περιπολών περί πολλών τυρβάζω - : Διηγήματα», εκδόσεις Πατάκη.
- Έρση Σωτηροπούλου για το έργο της «Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα : Διηγήματα», εκδόσεις Πατάκη.
Γ. Υποψήφιοι για το Βραβείο Ποίησης :
- Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ για το έργο της «Η ανορεξία της ύπαρξης», εκδόσεις Καστανιώτη.
- 2. Χάρης Βλαβιανός για το έργο του «Σονέτα της συμφοράς : (Apologia pro vita et arte mea), εκδόσεις Πατάκη.
- Γιώργος Γώτης για το έργο του «Δίχως χάρτη», εκδόσεις Στιγμή.
- Γιάννης Δούκας για το έργο του «Στα μέσα σύνορα», εκδόσεις Πόλις.
- Έλσα Κορνέτη για το έργο της «Κονσέρβα μαργαριτάρι», εκδόσεις Γαβριηλίδης.
- Δημήτρης Κοσμόπουλος για το έργο του «Κρούσμα», εκδόσεις Κέδρος.
- Παυλίνα Παμπούδη για το έργο της «Το σπίτι στους 40 δρόμους», εκδόσεις Ροές.
- Μίμης Σουλιώτης για το έργο του «Κύπρον , ιν ντηντ - : Περιηγητικές αρπαχτές σε στίχους», εκδόσεις Μεταίχμιο.
- Νάσος Βαγενάς για το έργο του «Κινούμενος στόχος - : Κριτικά κείμενα», εκδόσεις Πόλις.
- Γιώργος Γιαννουλόπουλος για το έργο του «Ο Μοντερνισμός και οι "Δοκιμές" του Σεφέρη», εκδόσεις Πόλις.
- Γιάννης Κιουρτσάκης για το έργο του «Το ζητούμενο του ανθρώπου», εκδόσεις Πατάκη.
- Ιωάννης Μ. Κωνσταντάκος για το έργο του «Θρύλοι και παραμύθια για τη χώρα του χρυσού: Αρχαιολογία ενός παραμυθιακού μοτίβου», εκδόσεις Στιγμή.
- Αντώνης Λιάκος για το έργο του «Αποκάλυψη, ουτοπία και ιστορία - : Οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης», εκδόσεις Πόλις.
- Ελένη Πολίτου – Μαρμαρινού για το έργο της «Ωσάν χαράς ιδέα - : Η ποιητική γραμματική του Ανδρέα Κάλβου», εκδόσεις Gutenberg.
- Δημήτρης Τζιόβας για το έργο του «Ο μύθος της γενιάς του τριάντα - : Νεοτερικότητα, ελληνικότητα και πολιτισμική ιδεολογία» , εκδόσεις Πόλις
- Χρήστος Δανιήλ για το έργο του «"...Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Marina - : Μάτση Χατζηλαζάρου, η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια», εκδόσεις Τόπος.
- Γιώργος Κοτανίδης για το έργο του « Όλοι μαζί, τώρα!», εκδόσεις Καστανιώτη.
- Σπύρος Κουζινόπουλος για το έργο του «Δράμα 1941: Μια παρεξηγημένη εξέγερση», εκδόσεις Καστανιώτη.
- Μακρής – Στάικος Πέτρος Στ., για το έργο του «"Ο Άγγλος πρόξενος" : Ο υποπλοίαρχος Noël C. Rees και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες: Ελλάδα - Μέση Ανατολή (1939-1944)», εκδόσεις Ωκεανίδα.
- Αλέξανδρος Μασσαβέτας για το έργο του «Κωνσταντινούπολη - : Η πόλη των απόντων» εκδόσεις Πατάκη.
- Γιάννης Παπακώστας για το έργο του «O Emile Legrand και η ελληνική βιβλιογραφία: Αρχειακή μελέτη», εκδόσεις Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη.
- Λυδία Σαπουνάκη – Δρακάκη [και] Μαρία Λουΐζα Τζόγια – Μοάτσου για το έργο « Η δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου», εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
- Κυριάκος Γιαλένιος για το έργο του «Η νόσος των εραστών», εκδόσεις Μελάνι.
- Θωμάς Ιωάννου για το έργο του «Ιπποκράτους 15», εκδόσεις Σαιξπηρικόν.
- Αλέξιος Μάινας για το έργο του «Το περιεχόμενο του υπολοίπου», εκδόσεις Γαβριηλίδης.
- Βασιλική Πέτσα για το έργο της «Θυμάμαι», εκδόσεις Πόλις.
- Γιώργος Χ. Στεργιόπουλος για το έργο του «Η διάβολος», Εκδόσεις των φίλων.
- Δημήτρης Τανούδης για το έργο του «Σπασμός», εκδόσεις Νεφέλη.
- Θωμάς Τσαλαπάτης για το έργο του «Το ξημέρωμα είναι σφαγή κύριε Κρακ», εκδόσεις Εκάτη.
- Νικόλαος Δαββέτας, Πρόεδρος, Κριτικός Λογοτεχνίας, Συγγραφέας.
- Ελισάβετ Τσιριμώκου, Αντιπρόεδρος, Καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
- Άννα Καρακατσούλη, Επίκουρη Καθηγήτρια του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
- Δημήτριος Καργιώτης, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
- Ευαγγελία Πανταλέων, Κριτικός Λογοτεχνίας.
- Σταματίνα Μανδηλαρά, Κριτικός Λογοτεχνίας.
- Ανδρέας Μήτσου, Συγγραφέας.
- Δημήτριος Μίγγας, Συγγραφέας.
- Χρήστος Αστερίου, Συγγραφέας.
ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΡΑΒΕΙΟΥ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΘΑΝΑΣΗ ΒΑΛΤΙΝΟ
Κορυφαίος πεζογράφος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, σεναριογράφος, μεταφραστής του Αισχύλου και του Ευριπίδη, εκφραστής με το μοναδικό του ύφος της ψυχής και της νοοτροπίας ενός δοκιμαζόμενου λαού στη χειρότερη ίσως καμπή της νεότερης ιστορίας του, ο Θανάσης Βαλτινός τιμάται σήμερα με το Μεγάλο Βραβείο των Γραμμάτων για την συνολική προσφορά του στη νεοελληνική λογοτεχνία και ειδικότερα για την ανανέωση της μυθιστορηματικής τέχνης με ένα νέο είδος ριζοσπαστικής αφήγησης.
Από το πρωτόλειο διήγημα “Κατακαλόκαιρο” του 1958 και την εμβληματική Κάθοδο των εννιά που πρωτοδημοσίευσε το 1963, ως το πρόσφατο μυθιστόρημα του Ανάπλους του 2012, ο Θανάσης Βαλτινός δεν σταμάτησε να μας αιφνιδιάζει με τον εκπληκτικής αμεσότητας λόγο του, την αριστοτεχνική σύμπλεξη ιστορίας και μυθοπλασίας, δοκιμάζοντας πάντοτε καινοφανείς τρόπους εξιστόρησης και απορρίπτοντας το παραδοσιακό μοντέλο της αστικής μυθιστοριογραφίας.
Γεννημένος το 1932 στο χωριό Καράτουλα της Αρκαδίας, γνώρισε κατά την παιδική και εφηβική του ηλικία τις δυσκολίες των κατοχικών και μετακατοχικών χρόνων, όπως οι περισσότεροι συνομήλικοι του, δυσκολίες που στάθηκαν η πρώτη ύλη για τις μεταγενέστερες πεζογραφικές του καταθέσεις. «Παιδί» του Εμφυλίου, ζυμώθηκε με τις έριδες και την αιματηρή αναμέτρηση δυο τόσο διαφορετικών ιδεολογικά κόσμων που διεκδικούσαν όμως την ίδια Γη. Ο Βαλτινός με τρόπο υπαινικτικό, γραφή λιτή, αφήγηση πρωτοπρόσωπη και ελλειπτική, έχτισε ένα συμπαγές μυθιστορηματικό σύμπαν, με ήρωες λαϊκούς ανθρώπους, έναν οργισμένο χορό αρχαίας τραγωδίας που με τις αφτιασίδωτες μαρτυρίες του αναπαριστά το τραγικά ανθρώπινο και το ιστορικά αναπότρεπτο. Αυτό δεν σημαίνει ότι απουσιάζει η σμίλη του καλλιτέχνη. Αντιθέτως όσο πιο λαϊκή και ανεπιτήδευτη η φωνή τόσο μεγαλύτερη η συγγραφική προσπάθεια για την κατάλληλη ένταξη και προβολή της μέσα στο σώμα του κειμένου.
Οι ήρωες του Βαλτινού, όπως επισημαίνει και η κριτική “εμφανίζουν μια ηθική ακεραιότητα, διεκδικούν το παρελθόν, είναι φορείς μνήμης, δεν αποκηρύσσουν την ιστορία τους, δεν υπεκφεύγουν. Θύτες και θύματα χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα. Καθώς οι ρόλοι τους συχνά αντιστράφηκαν και καθώς από τη σύγκρουση κανείς στην ουσία δεν βγήκε νικητής, οι ήρωές του είναι όλοι ίσοι, φέροντας με αξιοπρέπεια τη μνήμη του πάθους τους''.
Είναι γνωστό πως ορισμένοι καταλόγισαν στον Θανάση Βαλτινό έλλειψη ιστορικής ακρίβειας, λησμονώντας ωστόσο ότι το μυθιστόρημα, όπως και ο ίδιος έχει τονίσει, δεν αποσκοπεί στη γνώση της Ιστορίας αλλά στην δημιουργία του αισθήματος της Ιστορίας. Με τα μυθιστορήματά του, ο συγγραφέας που σήμερα τιμούμε, μετέτρεψε το παρελθόν μας σε κιβωτό μνήμης τολμώντας να ονομάσει όσα λησμόνησε, παρέλειψε ή δεν τόλμησε να φανταστεί η επίσημη Ιστορία.
Εισηγητής του σκεπτικού : Nικόλαος Δαββέτας
Δύο από τους πλέον νεοτερικούς και πειραματικούς στην γραφή τους εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής διηγηματογραφίας, τον Γιάννη Ευσταθιάδη και την Έρση Σωτηροπούλου, αποφάσισε να βραβεύσει ομόφωνα εξ ημισείας η κριτική Επιτροπή. Οι συλλογές τους, αν και διαφορετικές στην στόχευση, διακρίνονται για την υφολογική τους αρτιότητα, τον παιγνιώδη χαρακτήρα και τον πλάγιο τρόπο θέασης των πραγμάτων.
Πίστη στην μαγεία των λέξεων, προσήλωση στο παιγνίδι της αφήγησης και των τεχνικών της, μπόλιασμα της λογοτεχνίας με τον κινηματογράφο και την μουσική, πειραματισμός με τα όρια της γλώσσας, εκλεπτυσμένη αποστασιοποίηση, θεματική πρωτοτυπία και συνεχής υπονόμευση της κειμενικής πραγματικότητας: αυτά είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής του Γιάννη Ευσταθιάδη που εύκολα διακρίνει κανείς στην συλλογή του «Άνθρωποι από λέξεις», ο τίτλος της οποίας είναι εμπνευσμένος από ένα ποίημα του Wallace Stevens. Παρά το έντονο, μπορχεσιανής πνοής, διακειμενικό παιγνίδι ο Ευσταθιάδης δεν κρύβει τις πηγές του οι οποίες παρατίθενται επιμελώς στο τέλος κάθε διηγήματος –και δεν είναι λίγες. Στο μεταμοντέρνο παιγνίδι που στήνει ο συγγραφέας το ζητούμενο, άλλωστε, είναι η δημιουργική χαρτογράφηση των ορίων της αφήγησης και την ίδια στιγμή η παραβίασή τους, όχι απλά η οικειοποίηση άλλων τρόπων γραφής. Είναι χαρακτηριστικό πως η περιπόθητη ηρωίδα του πρώτου διηγήματος «Ο έψιλον Έρως» ανοίγει κάποια στιγμή την πόρτα και «βγαίνει έξω από το κείμενο» αφήνοντας τον συγγραφέα να πραγματεύεται την απουσία της γοητευμένος από την έλλειψη οριστικότητας και παραδομένος ηδονικά στις αμέτρητες παραλλαγές της.
Ο κινηματογράφος, η ζωγραφική και η μουσική καραδοκούν για να συνεισφέρουν καινούργιους ρυθμούς, διαφορετικές φόρμες και άλλες μεθόδους σ’ ένα εκ πρώτης όψεως αμιγώς λογοτεχνικό κείμενο. Το φιλμικό τράβελινγκ μπλέκεται με το ρετσιτατίβο, μια άρια ερμηνεύται δίπλα σ’ ένα σκαρίφημα μηχανής κι ο Σούμαν συνυπάρχει με κάμποσες τυπογραφικές παραλλαγές του έψιλον. Ο Ευσταθιάδης αλλάζει διαδοχικά κοστούμια και γίνεται ψυχαναλυτής, επιστολογράφος, υπάλληλος, σκηνοθέτης, κριτικός λογοτεχνίας· σχολιάζει φωτογραφίες, γράφει καταλόγους, αποσπάσματα, παραθέματα, βιογραφικά σημειώματα, όνειρα και παραμύθια δημιουργώντας ένα σύνολο, το οποίο, αν και αρκούντως αυτοαναφορικό, δεν εκπίπτει σε κανένα σημείο στο ναρκισισμό και στην άσκοπη ενδοσκόπηση ενώ καταφέρνει να διατηρήσει την αδιαμφισβήτητη γοητεία του ως το τέλος.
Στα τρία αυτά διηγήματα «μεγάλου μήκους» όπως ο ίδιος τα χαρακτηρίζει, ο Ευσταθιάδης καταθέτει ένα αξιοβράβευτο έργο ωριμότητας απαντώντας καταφατικά στο ερώτημα που θέτει ένας ήρωάς του: «Σας λέω την αληθινή αλήθεια. –Γιατί υπάρχουν πολλές;»
Στο δικό της βιβλίο η Έρση Σωτηροπούλου εισβάλλει στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και βγαίνει πολλαπλά κερδισμένη. Τα διηγήματα της διαφορετικά και έκκεντρα ως προς τον αφηγηματικό χαρακτήρα επιτυγχάνουν μια υποδόρια ενότητα που παραμένει αρραγής μέχρι τέλους. Ανάμεσα στις φαινομενικά ετερόκλητες ιστορίες που ανακύπτουν από τα επτά διηγήματα της συλλογής, προβάλλει ένας συνεκτικός αρμός που δικαιολογεί απόλυτα και τον τίτλο του βιβλίου. Το «Να νιώθεις μπλε να ντύνεσαι κόκκινα», που όχι τυχαία αναφέρεται στην ιστορία που θέτει το πρόβλημα της γραφής, δεν είναι παρά ο υπόγειος τρόπος να διαβάζει κανείς τις διαφορετικές αφηγηματικές φωνές του βιβλίου. Το κόκκινο αντιστοιχεί στο χρώμα του πάθους και της επανάστασης, το μπλε της ισορροπίας και της γαλήνης. Δυο χρώματα που επικαλύπτουν το ατελεύτητο παιχνίδι ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι καθώς εναλλάσσονται χρωματίζοντας προσωρινά το μαύρο που είναι και το βασικό χρώμα του βιβλίου (οι περισσότερες από τις ηρωίδες της Σωτηροπούλου δεν είναι τυχαία ντυμένες στα μαύρα). Η χρωματική σύμπτωση ωστόσο είναι παράλληλα εκείνη, που διακατέχει τους ψυχισμούς και αναδεικνύει μια υποδόρια ειρωνεία η οποία και διατρέχει όλα τα διηγήματα.
Η μετάβαση από την αναμονή στην ορμητική επιθυμία, από το αρνητικό στο θετικό, επιτυγχάνεται μέσω ενός αφηγηματικού ιστού που αναδεικνύει την ειρωνεία ως το οντολογικό έρμα της. Αξιοθαύμαστη είναι και η σκηνοθετική δεινότητα στο χτίσιμο των ιστοριών. Μοιάζει σαν η συγγραφέας να χειρίζεται δεξιοτεχνικά μια κάμερα που άλλοτε πλησιάζει και άλλοτε απομακρύνεται από τον ήρωα της, παρασέρνοντας τον αναγνώστη στην αφηγηματική της δίνη. Όλες οι ιστορίες του βιβλίου, μεστές σε διακειμενικές αναφορές και σε συμβολικά τερτίπια δίνουν στη Σωτηροπούλου την ταυτότητα μιας από τις πιο ξεχωριστές και ανατρεπτικές διηγηματογράφους των καιρών μας. Ακόμη λοιπόν και αν η ανοιχτή γραμμή διαφυγής δεν λειτουργεί αποτελεσματικά στην περίπτωση των ηρώων της και συγκρούεται με την αποδομητική δύναμη της φαντασίας, ο σκοπός της αφήγησης επιτυγχάνεται χωρίς ίχνος οίησης ή μεγαλαυχίας.
Αυτό που διασώζεται με τον πλέον ακέραιο και απέριττο τρόπο είναι η ελληνική παράδοση της διηγηματογραφίας, η οποία στις περιπτώσεις της Σωτηροπούλου και του Ευσταθιάδη παραμένει ιδανικά ασπαίρουσα και ζωντανή.
Εισηγητές του σκεπτικού: Χρήστος Αστερίου – Τίνα Μανδηλαρά
Σκεπτικό για το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα
Το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα δόθηκε ομόφωνα εξ ημισείας σε δύο νέους ποιητές, τον Θωμά Ιωάννου και τον Θωμά Τσαλαπάτη, οι οποίοι διακρίθηκαν για την ωριμότητα της γραφής τους και την πρωτοτυπία του ύφους τους. Ελπίζουμε πως η βράβευση θα σταθεί το εφαλτήριο για έργα εξίσου συγκροτημένα με τις πρώτες τους ποιητικές συλλογές.
Αξίζει να υπογραμμιστεί πως στη βραχεία λίστα πλειοψηφούσαν οι ποιητικές συλλογές έναντι των πεζογραφημάτων. Από τους επτά συγγραφείς της λίστας οι τέσσερις είναι πρωτοεμφανιζόμενοι ποιητές που αφήνουν βάσιμες υποσχέσεις για την εξέλιξη της ποιητικής τους γραφής. Πέρα από τους δύο βραβευμένους, ο Αλέξιος Μάινας με την ποιητική συλλογή «Το περιεχόμενο του υπολοίπου» και ο Γιώργος Χ. Στεργιόπουλος με τη συλλογή «Η διάβολος» ξεχωρίζουν για την ιδιαιτερότητα των φωνών τους, τη γοητεία των στίχων τους και τον επιδέξιο έλεγχο της συγκινησιακής φόρτισης. Κοντά σε αυτές τις αξιόλογες ποιητικές καταθέσεις πρέπει να τοποθετηθεί και ο «Σπασμός» του Δημήτρη Τανούδη, ο οποίος με το έργο του κλίνει περισσότερο προς την ποίηση παρά προς την πεζογραφία. Εντυπωσιακός για την ευτολμία του ο οιονεί παραληρηματικός του λόγος, μαρτυρά την προσήλωση στη λέξη και μια συνθετική ικανότητα που στις καλύτερες στιγμές της γίνεται εκρηκτική. Ο Κυριάκος Γιαλένιος, από το άλλο μέρος, με το μυθιστόρημα «Η νόσος των εραστών» αντεπεξέρχεται επιτυχώς στις απαιτήσεις της πολυπρόσωπης αφήγησης και χειρίζεται προσφυώς το τέχνασμα της αναγνωστικής προσμονής.
Η Επιτροπή έκανε ιδιαίτερη μνεία στη νουβέλα «Θυμάμαι» της Βασιλικής Πέτσα. Η συγγραφέας επέλεξε για το πρώτο της βιβλίο μια χαμηλόφωνη σύνθεση, όπου, ωστόσο, αντηχούν η πνιγμένη οργή και η διπλοπροσωπία των αφηγηματικών προσώπων. Ο κλειστοφοβικός τους μικρόκοσμος αποτυπώνεται δεξιοτεχνικά ενόσω οι φωνές τους ενορχηστρώνονται δολίως σε ένα κακόηχο σύμφυρμα μέσα από το οποίο είναι αδύνατον να ακουστεί η παραμικρή αλήθεια. Οι υπονομευμένες, εξαρχής ενοχοποιημένες αφηγήσεις, που κάνουν τα άλλοθι των αφηγητών να φυλλορροούν, δικαιώνουν την ανεπιτήδευτη ευρηματικότητα της συγγραφέως.
Όσον αφορά τα βραβευμένα έργα, παρατηρούμε καταρχάς την υφολογική τους απόκλιση. Στην ποιητική συλλογή του Θ. Ιωάννου, «Ιπποκράτους 15», κυριαρχεί ένας πένθιμος τόνος προκειμένου να αποδοθεί η συντριβή του αφηγητή για μείζονες απώλειες, ασύγγνωστα λάθη και ερωτικές προδοσίες. Οι στίχοι μεταφέρουν το βάρος των πολλαπλών διαψεύσεων, που ενεδρεύουν «στις κακόφημες γειτονιές της μνήμης», ενώ επίμονο είναι το αίσθημα της αποτυχίας και της απογοήτευσης για κάθε λογής ανεπάρκειες. Ο αφηγητής περιπαίζει την απόγνωσή του, απόρροια ματαιωμένων νικών, μέσω της γλώσσας, η οποία επιδίδεται κατ’ επανάληψη σε αιφνίδιους λεκτικούς συγκερασμούς. Η γραφή αμβλύνει τη λυγμική διάθεση επιτρέποντας στην ειρωνεία να χαμογελάσει πικρά στη «σχεδόν κωμική αναπηρία της ύπαρξης». Ο αφηγητής μπορεί να μην βγαίνει «αρτιμελής από τα συμβάντα του βίου», αλλά τα ποιήματα στέκονται στο ύψος μιας αξιοθαύμαστης αρτιότητας.
Αντιθέτως, στο βιβλίο του Θ. Τσαλαπάτη με τίτλο «Το ξημέρωμα είναι σφαγή κύριε Κρακ» δεσπόζει η ασυγκράτητη θυμηδία που κατεδαφίζει κάθε επίφαση περισυλλογής και δραματικότητας. Η οπτική γωνία του αφηγητή παραμένει σκωπτική υποσκάπτοντας την πλασματική υποβλητικότητα των επιμέρους συνθέσεων. Ωστόσο, η ιλαρότητα όχι μόνο δεν επισκιάζει το στοχαστικό βάθος των πεζόμορφων ποιημάτων αλλά και το αναδεικνύει. Ο Θ. Τσαλαπάτης μολονότι σαρκάζει αγρίως το υλικό της έμπνευσής του, φαίνεται πως διαθέτει ένα οξυδερκές βλέμμα, το οποίο ακουμπά λοξά στην πραγματικότητα παραμορφώνοντάς την και την ίδια στιγμή εξεικονίζοντας τις στρεβλές της όψεις. Τα κομμάτια της συλλογής, με πρόδηλη τη θεατρική τους σκηνοθεσία, μοιάζουν με μονόπρακτα, όπου η περσόνα του κυρίου Κρακ γίνεται μέσα από διαδοχικές περιπέτειες και γελοιογραφικές μεταμορφώσεις ο καθρέφτης των υπόγειων συλλογισμών του αφηγητή.
Εισηγήτρια σκεπτικού: Λίνα Πανταλέων
Δεύτερο μέρος μιας εν εξελίξει τριλογίας, το κριτικό αυτό μελέτημα αποτελεί σπουδή σε μια ποιητική της Ιστορίας, συνδυάζοντας την επιστημονική έρευνα, την κριτική εκμετάλλευση λογοτεχνικών κειμένων με την αφηγηματική δεξιότητα και την ερεθιστική προβληματική. Ο αναγνώστης καλείται να στοχαστεί πέραν των γενικευτικών και στερεοτύπων σχημάτων που προσλαμβάνει ως Ιστορία από την τρέχουσα καθημερινότητα και να αναδιατάξει πάγιες πεποιθήσεις. Ο Αντώνης Λιάκος δείχνει πειστικά ότι η ιστορική αφήγηση είναι πολύ πιο σύνθετη από την ημερολογιακή εγγραφή ή το απλό χρονικό• στηρίζεται στην πολυδύναμη σχέση του παρόντος με το παρελθόν και το μέλλον και αυτή η τρισδιάστατη συμβίωση διαμορφώνει συνολικές λογικές και προτάγματα που δρομολόγησαν τις ανθρώπινες κοινωνίες εν χρόνω και εν καιρώ. Αναπτύσσεται διεξοδικά η συμβολή του υποσχετικού μέλλοντος στη διαμόρφωση του παρόντος και τη νοηματοδότηση του παρελθόντος• είναι η αντίληψη που εξέθρεψε τη θεματολογία της Αποκάλυψης και ποικίλες ουτοπίες λογοτεχνικής καταγωγής, καλλιεργώντας προσδοκίες, ελπίδες, μοιράζοντας επαγγελίες, λειτουργώντας αντισταθμιστικά, διορθωτικά στις παροντικές ή παρελθοντικές διαψεύσεις και ματαιώσεις. Από τη χριστιανική εσχατολογία και τους λογής μεσσιανισμούς έως τις ευφάνταστες λογοτεχνικές κατασκευές, οι αποκαλυπτικές ή οι ουτοπικές προτάσεις επενδύουν στο μέλλον, δεσμεύονται από αυτό, δημιουργώντας ένα λόγο εν τέλει λυτρωτικό, απελευθερωτικό – μια προφητική θέαση του παρελθόντος, μια διαλεκτική μεταξύ παρελθούσας ήττας και επικείμενης νίκης που συγκροτεί ιστορική συνείδηση.
Η αντιμαχία μεταξύ λόγου βιβλικού και λόγου εκκοσμικευμένου, η αποδέσμευση της ιστορίας από θρησκευτικά ερμηνευτικά σχήματα οδηγεί στη λεγόμενη κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης στους νεότερους χρόνους, στην αναδόμηση του χρόνου και την ανάδυση νέας συνείδησης σε ιστορική προοπτική. Η υπέρβαση της εσχατολογίας έκανε δυνατή την αντίληψη για τη γραμμικότητα του ιστορικού χρόνου. Προέχει η έλλογη εξήγηση των πραγμάτων, όχι η πρόβλεψη του μέλλοντός τους. Επιβάλλεται το τρίσημο σχήμα μιας ένδοξης Αρχαιότητας, ενός σκοτεινού Μεσαίωνα και μιας άλκιμης Νεοτερικότητας, απαιτείται επανεπεξεργασία των δεδομένων εφόσον το τέλος (σκοπός) έχει μετατοπιστεί. Στη συνέχεια η Ιστορία θα υποστασιοποιηθεί, θα παίξει σαφώς ηγετικό και πολιτικό ρόλο στη διάρκεια του εθνορομαντικού 19ου αιώνα, θα αποκτήσει εννοιολογική πύκνωση ως φιλοσοφία της ιστορίας, θα διαστρωματωθεί σε μεγάλη και βραχεία διάρκεια (ακίνητη και συμβαντολογική ιστορία, αντίστοιχα), θα ακούσει την ετυμηγορία του τέλους της (της λήξης της) στον 20ό αιώνα και θα απομειωθεί το κύρος της μπροστά στη σαρωτική λαίλαπα της τεχνολογίας και της ηλεκτρονικής-ψηφιακής πληροφόρησης. Σήμερα δεν γράφονται δοξαστικές ιστορίες αλλά ιστορίες πένθους και μελαγχολίας, που παραπέμπουν στη βιωμένη ιστορία, των μαρτυρικών καταθέσεων και της τραυματικής απώλειας.
To ενδιαφέρον στο κριτικό αφήγημα του Αντώνη Λιάκου είναι ότι, παρακολουθώντας τις μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης, δεν ιεραρχεί πρότυπα, ούτε απομονώνει τη θέση του παρατηρητηρίου από τη θέση της συμμετοχής• κάθε πρότυπο (αποκαλυπτικό, ουτοπικό, ιστορικό) δεν εξουδετερώνει εντελώς το άλλο, αλλά το εμπεριέχει. Έτσι, επιχειρεί να διασώσει το μέλλον ως σπίθα ελπίδας μέσα σε ουτοπικά προτάγματα που εξελίχτηκαν από ευτοπίες σε δυστοπίες, αφήνοντας περιθώριο στην επιθυμία, στη δράση, στην αλλαγή εν φαντασία και λόγω.
Η δεσπόζουσα της ιστορίας και της απομυθευτικής ματιάς είναι ορατή και σε άλλα δοκίμια ή κριτικά μελετήματα της βραχείας λίστας, αλλά και της τελικής τριάδας. Τόσο η προσέγγιση του Δημήτρη Τζιόβα στον Μύθο της γενιάς του τριάντα και στην ιδεολογία της ελληνικής νεοτερικότητας όσο και τα κριτικά κείμενα του Νάσου Βαγενά στον Κινούμενο στόχο δηλώνουν πως ο ελληνικός δοκιμιακός-κριτικός λόγος, με εργαλείο την εκλογίκευση, την εγρήγορη και ενήμερη ιστορική συνείδηση, είναι έτοιμος να επιχειρήσει τις αναθεωρήσεις και τις επανεκτιμήσεις του πνευματικού παρελθόντος.
Εισηγήτρια του σκεπτικού : Λίζυ ΤσιριμώκουΣκεπτικό για το Βραβείο Μυθιστορήματος
Το μυθιστόρημα του Γιώργου Συμπάρδη «Υπόσχεση Γάμου», το οποίο ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία από την Επιτροπή, αποτυπώνει με τρόπο διακριτικό το καθημερινό και το ασήμαντο το οποίο ανάγεται σε περιωπή.
Ο συγγραφέας φαίνεται να ενστερνίζεται τη θέση του Πλούταρχου «… ένα ασήμαντο γεγονός, ή μία λέξη, ή κάποιο παιγνίδι ακόμα, μπορούν να φανερώσουν το ήθος των προσώπων και των πράξεων περισσότερο απ’ όσο κάνουν αιματηρότατες μάχες και οι μεγαλύτεροι στρατοί και οι πολιορκίες πόλεων (Πλούταρχος «Βίοι Παράλληλοι», Αλέξανδρος).
Αυτό το ήθος αναδεικνύεται μέσα από την τυχαιότητα των καθημερινών συναντήσεων και συναναστροφών στην «Υπόσχεση γάμου». Ο συγγραφέας ως οξυδερκής παρατηρητής ανασύρει στην επιφάνεια συνηθισμένες συμπεριφορές, τις οποίες δεν συμβολοποιεί και ούτε επιχειρεί να νοηματοδοτήσει. Το σκηνικό της ιστόρησής του, οι λαϊκές και μικροαστικές συνοικίες της Αθήνας. Η Καλλιθέα, τα Πετράλωνα, ο Ταύρος, η διαδρομή του ηλεκτρικού Κηφισιά – Πειραιάς. Οι ήρωές του άνθρωποι ταπεινοί χωρίς λάμψη. Η πλοκή εμπρόθετα τετριμμένη καθώς και η ζωή των πρωταγωνιστών. Τίποτα το μεγαλειώδες δεν συντελείται. Αυτούς τους καθημερινούς ανθρώπους κατασκοπεύει επίμονα ο συγγραφέας, χωρίς να παρεμβαίνει ή να επινοεί με τη φαντασία του, δίχως να ερμηνεύει. Καταγράφει έτσι την αλήθεια των πραγμάτων και την καταμαρτυρεί. Αβίαστα αναδύεται μια κοινότοπη πραγματικότητα, η οποία αντικατοπτρίζει τη βαθύτερη πραγματικότητα, αφού η προφάνεια συστήνει κατά το συγγραφέα και το βάθος.
Με την αμέτοχη αφήγηση και τον όγκο των μικρών πληροφοριών επιτυγχάνεται η αναπαράσταση του μικρόκοσμου και της ανιαρής καθημερινότητας και αναδεικνύεται υπαινικτικά η διαβρωτική λειτουργία του χρόνου που φθείρει και κατατρώει την ύπαρξη. Ο συγγραφέας στέκεται συμπονετικός και τρυφερός προς τους ήρωές του, αν και περίτεχνα ειρωνικός. Είναι άνθρωποι ανεπαρκείς και αδύναμοι να μπουν στο παιχνίδι της βίωσης. Όλοι σχεδόν ηλικίας περίπου σαράντα χρονών, πλην τελεσίδικα γερασμένοι.
Η ευτελής πραγματικότητα, οι μισοτελειωμένες πράξεις, τονίζονται σ’ ένα έκκεντρο μυθιστόρημα, το οποίο ωστόσο αποδίδει τον πυρήνα των πραγμάτων. Μια ζωή μάταιη, ελάχιστα ανταποδοτική. Η «Υπόσχεση γάμου», η όποια υπόσχεση, είναι αδύνατον να υλοποιηθεί αφού τα άτομα είναι κατακερματισμένα, γεμάτα ήττες και ματαιώσεις. Οι πράξεις τους απεκδύονται κάθε σημασία. Πρόκειται για έναν κόσμο ταπεινό, εμποτισμένο στη θλίψη και την υπαρξιακή αγωνία. Άτομα που παίζουν διαρκώς «κρυφτούλι» με τον εαυτό τους, με τις επιθυμίες τους.
Η επικέντρωση στο σημείο και το συγκεκριμένο υπαινίσσεται ο συγγραφέας πως μπορεί να συντελέσει κυρίαρχα στη θέαση του ολικού. Γι’ αυτό επιμένει στη λεπτομερή περιγραφή και εξιστόρηση. Ίσως και το μόνο πραγματικό γεγονός, ό,τι υπάρχει, να είναι, όλο κι όλο, αυτό. Το καθημερινό, το ασήμαντο. Τούτο κι αναδεικνύεται στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα του Γιώργου Συμπάρδη και στα 31 κεφάλαιά του.
Η πεζολογική, συχνά πληκτική αποτύπωση του μικροαστικού κόσμου, αποσκοπεί να καταδείξει την ακινησία του, την αδιέξοδη προοπτική μιας χθαμαλής ζωής.
«Τι πιο ασήμαντο από το αγκάθι ενός αχινού κι όμως κάποτε είδα στο μισοσκόταδο την τομή του. Ήταν ένα σοφό, περίτεχνο κέντημα, μεγάλο σαν ένα τάληρο», επισημαίνει ο Γιώργος Σεφέρης την πολυτιμότητα του φαινομενικά ασήμαντου και την ατομική βίωση του καθημερινού. (Γιώργος Σεφέρης «Δοκιμές» Μέρες 32).
Στην τελική κρίση συζητήθηκαν επίσης και τα μυθιστορήματα του Αλέξη Πανσέληνου «Σκοτεινές Επιγραφές», ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα υπαρξιακής αναζήτησης, όπου συνείρονται ρεαλιστικά και φανταστικά στοιχεία, καθώς και αυτό του Χρήστου Αγγελάκου «Το δάσος των παιδιών», με κύριο γνώρισμά του τις πολλαπλές αφηγηματικές προσεγγίσεις του θέματός του και την ανάδειξη του ατομικού βιώματος σε συλλογική θεώρηση.
Εισηγητής του σκεπτικού : Ανδρέας Μήτσου
Σκεπτικό για το Βραβείο Ποίησης
Η κριτική επιτροπή αποφάσισε ομόφωνα να βραβεύσει την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ για τη συλλογή της Η ανορεξία της ύπαρξης με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης.
Η ανορεξία της ύπαρξης αποτελεί μια ποιητική κατάθεση ώριμη, μια άρτια συλλογή που φέρνει στο προσκήνιο τον αποσταγμένο λόγο και την αναγνωρίσιμη φωνή της Αγγελάκη-Ρουκ η οποία, σε αυτή τη συλλογή, οδηγείται σε νέες θεματικές διερευνήσεις. Εδώ η αναζήτηση του σώματος και της σάρκας και η επιθυμία του πάθους και των εμμονών του ακυρώνονται από την αδυσώπητη πραγματικότητα της απώλειας, της έλλειψης και της ανυπαρξίας, οδηγώντας το ποιητικό υποκείμενο στην υπαρξιακή αγωνία. Αυτή, ωστόσο, εκφράζεται με το χαμηλό τόνο που προσιδιάζει στην ακηδία, στην αταραξία, σε αυτό που η συλλογή ονομάζει «ανορεξία της ύπαρξης». Την πρότερη παρουσία και υλικότητα του σώματος έρχεται να αντικαταστήσει η νηπενθής λειτουργία της μνήμης, το έργο της όμως δεν κατορθώνει παρά να μνημειώσει την απουσία, να κάνει πιο έντονο το χαμό, να επισημάνει τη ριζική πλέον αδυναμία της ύπαρξης να βιώσει το πρωταρχικό πάθος, τον έρωτα.
Το άλγος της μνήμης και η νοσταλγία του απτού μετουσιώνονται σε εξαίρετα δείγματα ποιητικού λόγου, που ενίοτε μετασχηματίζονται σε βιρτουόζικες ασκήσεις ποιητικής. Μορφικά απλός αλλά μεστός, καλοφτιαγμένος και ισορροπημένος, ο λόγος της Αγγελάκη-Ρουκ, με την απουσία προσποίησης και περιττών ενσχηματισμών, αναδεικνύει μια φυσικότητα στο ύφος κι έτσι γίνεται δραστικός και ήρεμα αιχμηρός. Παρουσιάζεται αποστασιοποιημένος αλλά στιβαρός, εκτονώνοντας τους ελάσσονες τόνους μιας μείζονος φωνής. Πρόκειται για μια αυθεντική, σημαντική ποιητική συλλογή.
Η επιτροπή θα ήθελε να κάνει μνεία και στα Σονέτα της συμφοράς του Χάρη Βλαβιανού καθώς και στη συλλογή Δίχως χάρτη του Γιώργου Γώτη. Η συλλογή του Βλαβιανού εγγράφεται στην ευρύτερη τάση διερεύνησης κι επαναπραγμάτευσης των σταθερών ποιητικών μορφών η οποία παρατηρείται τα τελευταία χρόνια: εδώ πρόκειται για το σονέτο. Ο Βλαβιανός αποκρίνεται σε αυτήν με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο επαναπροσδιορίζοντας τα όρια του παρωδιακού λόγου σε πολλά επίπεδα: είδους, τρόπων, ύφους, θέματος. Πρόκειται για ένα σοβαρό εγχείρημα τεχνουργημένης ποίησης που, συνδιαλεγόμενη με το λογοτεχνικό παρελθόν, καθίσταται δείκτης του παρόντος μας. Σε έναν διάλογο με το λογοτεχνικό παρελθόν επιδίδεται, ως ένα βαθμό, και η τέχνη του Γώτη, στη συλλογή του οποίου χαρτογραφούνται διαδρομές εσωτερικές, τρόποι ενδοσκόπησης και αναμνήσεις που συνομιλούν, υπογείως και μη, με αλλοτινές φωνές. Είναι μια συλλογή χαμηλόφωνη που αναδύει μιαν αξιοπρεπή μελαγχολία καθώς και μια στοχαστική, συχνά λυπητερή, ατμόσφαιρα.
Εισηγητής του σκεπτικού : Δημήτρης Καργιώτης
Σκεπτικό για το Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας
Η Επιτροπή αποφάσισε κατά πλειοψηφία να προτείνει την απονομή του Βραβείου Χρονικού-Μαρτυρίας για το 2011 στο έργο του Αλέξανδρου Μασσαβέτα Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των Απόντων των εκδόσεων Πατάκη. Ο Μασσαβέτας συνθέτει ένα οδοιπορικό στην Κωνσταντινούπολη επάνω σε δύο άξονες που διατρέχουν όλο το έργο. Την «πόλη των απόντων» που διαμορφώθηκε από όσους έζησαν στον ιστορικό αυτό τόπο και άφησαν τα σημάδια τους στη φυσιογνωμία του παράλληλα με την ζώσα πολύβουη πόλη των 17 εκατομμυρίων κατοίκων που συνεχώς διογκώνεται από τους τουρκικούς ή κουρδικούς πληθυσμούς οι οποίοι συρρέουν από την ενδοχώρα. Αφετηρία του είναι η αντίθεση μεταξύ εκείνης που αναγνωρίζεται ως «πολίτικη κουλτούρα» από τους παλιούς Πολίτες - και ο όρος αγκαλιάζει Έλληνες, Φραγκολεβαντίνους, Εβραίους, Αρµένιους και Ρώσους -, και τον γεμάτο ζωντάνια αλλά πολύ διαφορετικό κόσμο των σημερινών, κατά συντριπτική πλειοψηφία μουσουλμάνων, κατοίκων της. Ο Μασσαβέτας επιχειρεί με γνώση και δεξιοτεχνία την ανατομία της σύγχρονης Ιστάνμπουλ ακολουθώντας τα ίχνη των εξόριστων γηγενών, εκείνων που δεν μένουν πια εδώ, χωρίς μελαγχολική νοσταλγία, εξιδανικεύσεις ή μεγαλοϊδεατισμούς. Ιστορικά, πληθυσμιακά, γεωγραφικά, αρχιτεκτονικά, φιλολογικά στοιχεία από το παρελθόν της Κωνσταντινούπολης και των μειονοτήτων της παρατίθενται από τον συγγραφέα που γράφει με ενθουσιασμό και αγάπη για τον τόπο που περιγράφει. Ο χαρακτήρας της Πόλης αναζητείται στην πολιτισμική κληρονομιά των απόντων, την κουζίνα, τη μουσική, τα ήθη και τις συμβάσεις της καθημερινής επικοινωνίας, το δομημένο περιβάλλον. Μέσα από το «ανεξάντλητο καλειδοσκόπιο» της ιστορίας της, ο Μασσαβέτας αναδεικνύει ταυτόχρονα το πλουραλιστικό της παρόν και προσεγγίζει με ευαισθησία ζητήματα του πρόσφατου παρελθόντος χωρίς αφορισμούς και προκαταλήψεις, με σεβασμό στον ξεριζωμό των μεν και ρεαλισμό όσον αφορά τις νέες συνθήκες και πραγματικότητες. Σε ένα βιβλίο που ασφαλώς υπερβαίνει κατά πολύ τη χρηστικότητα ενός ταξιδιωτικού οδηγού, ο συγγραφέας περιδιαβαίνει στις γειτονιές, συνομιλεί με τους κατοίκους, παρατηρεί τα βυζαντινά ερείπια και τα οθωμανικά χαλάσματα και επισημαίνει τα πολλαπλά πρόσωπα της πόλης που παλαιότερα ξεχώριζαν με βάση την εθνότητα και το θρήσκευμα ενώ σήμερα το χάσμα σηματοδοτείται από το εισόδημα και την ιδεολογία. Το Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των Απόντων είναι κατά συνέπεια ένα σύνθετο και πολυπρισματικό έργο που προσφέρει την εικόνα μιας πόλης μαγικής, μετέωρης μεταξύ περισσότερων πόλεων και περισσότερων κόσμων, και μεταφέρει στον αναγνώστη την προσωπική εμπειρία του συγγραφέα σε μια «πρόσκληση συνοδοιπορίας» που χαρακτηρίζεται από την πληρότητα της τεκμηρίωσης ταυτόχρονα με την απόλαυση της ανάγνωσης.
Από τη βραχεία λίστα ξεχώρισαν επίσης τα Ο Emile Legrand και η ελληνική βιβλιογραφία. Αρχειακή μελέτη του Γιάννη Παπακώστα σε έκδοση του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη και …Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Marina. Μάτση Χατζηλαζάρου, η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια του Χρήστου Δανιήλ από τις εκδόσεις Τόπος, δύο αξιόλογα έργα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Το πρώτο συνιστά μια άρτια παρουσίαση του έργου του εμπνευσμένου Γάλλου φιλέλληνα ερευνητή Emile Legrand που συνέλαβε και συντόνισε το μεγάλο έργο της έκδοσης της ενδεκάτομης Bibliographie Hellénique. Με βάση άγνωστο αρχειακό υλικό από το εργαστήρι του Legrand και τις δεκάδες επιστολών των οποίων ήταν αποδέκτης από τους Έλληνες και ξένους ελληνιστές που τον συνέδραμαν στη συλλογή των λημμάτων, ο Παπακώστας μας δίνει το περίγραμμα και τη λειτουργία αυτού του εκτεταμένου επιστημονικού δικτύου του 19ου αιώνα. Μέσα από την επιστολογραφία ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται το σκεπτικό του σχεδίου της Ελληνικής Βιβλιογραφίας, τον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας στους χώρους της ελληνικής βιβλιογραφικής παραγωγής που αναπτύχθηκε έξω από τον κυρίως ελλαδικό χώρο, στα κέντρα της Διασποράς, καθώς και τον επιστημονικό διάλογο που αναπτύχθηκε μεταξύ των συνεργαζόμενων λογίων στο πλαίσιο ενός έργου που αποτέλεσε εθνική υπόθεση. Η μελέτη του Παπακώστα με το πρωτότυπο υλικό και τον επιμελημένο υπομνηματισμό της φωτίζει το πεδίο της ελληνικής ιστορίας της διανόησης, τα δίκτυα επαφών και ανταλλαγών μεταξύ ερευνητών και λογίων από όλη την Ευρώπη και τις συνθήκες παραγωγής ενός συλλογικού έργου, μεγαλεπήβολου και πολύτιμου για τις ελληνικές σπουδές όπως ήταν, και εξακολουθεί να είναι, η Ελληνική Βιβλιογραφία.
Το Ιούς, Μανιούς ίσως και Aqua Marina του Χρήστου Δανιήλ είναι μια βιογραφία σε μορφή λευκώματος, με πλούσιο ανέκδοτο εικονογραφικό υλικό, της Μάτσης Χατζηλαζάρου (1914-1987), της πρώτης γυναίκας υπερρεαλίστριας. Ο Δανιήλ παρουσιάζει τους σημαντικότερους σταθμούς του βίου της, ενός βίου πολυκύμαντου, άκρως ποιητικού και αντισυμβατικού, στενότατα συνδεδεμένου με τα νεωτερικά ποιητικά δρώμενα της εποχής. Η Μάτση Χατζηλαζάρου πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής της στη Γαλλία, κοντά στον Ανδρέα Εμπειρίκο, τον ζωγράφο Χαβιέρ Βιλατό, τον φιλόσοφο Κορνήλιο Καστοριάδη. Συγκέρασε στο έργο της τη γραφή με την ίδια της τη ζωή, τα πάθη της και τον έρωτα δημιουργώντας έναν έντονα προσωπικό, ιδιότυπο ποιητικό λόγο. Στη μεθοδική αφήγηση του Δανιήλ, που χαρακτηρίζεται από φιλολογική ευσυνειδησία και συγγραφική ευαισθησία, παρεμβάλλονται δικά της ποιητικά κείμενα και τεκμήρια της εποχής που σκιαγραφούν το γενικότερο κλίμα και την κριτική πρόσληψη του έργου της. Το έργο συμβάλλει ουσιαστικά στην αποκατάσταση της Μ. Χατζηλαζάρου ως μιας ανανεωτικής μορφής του μεταπολεμικού ποιητικού λόγου και μας προσφέρεται σε μια ιδιαίτερα επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση.
Εισηγήτρια του σκεπτικού : Άννα Καρακατσούλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
πειτε την γνώμη σας .....
----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το Biotevma.blogspot.gr δεν φέρει καμία απολύτως ευθύνη για τα σχόλια των επισκεπτών. Ο σχολιαστής είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για οποιοδήποτε περιεχόμενο καθιστά διαθέσιμο μέσω του συστήματος σχολιασμού.